«Θυμάμαι εκείνες τις μέρες στην Αθήνα, πριν από δέκα χρόνια. Την απόκοσμη ησυχία στις γειτονιές, σε μια πρωτεύουσα παραζαλισμένη από μια οικονομική κατάρρευση της τάξεως του 26,6% μέσα σε οκτώ χρόνια. Στο τέλος της βραδιάς, όταν ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα για το μνημόνιο των Βρυξελλών, άρχισε να σχηματίζεται νευρικά μια ουρά σε ένα κατάστημα τράπεζας πίσω από την πλατεία Συντάγματος. Στη συνέχεια, αφού έκλεισαν οι κάλπες, μια εβδομάδα αργότερα, ο κόσμος –οι ίδιοι άνθρωποι που είχαν σπεύσει να σηκώσουν τα τελευταία τους ευρώ από τα ATM– χόρευε μέχρι το ξημέρωμα στις πλατείες για να γιορτάσει την επικράτηση του «όχι» κατά της τρόικας, αλλά συμβιβάστηκε σιωπηλά όταν ο Τσίπρας ανακοίνωσε ξαφνικά ότι το “όχι” είχε γίνει “ναι”», γράφει σε άρθρο του ο Φεντερίκο Φουμπίνι.

Ο οικονομικός σχολιαστής της ιταλικής Corriere della Sera φέρνει ξανά στη μνήμη του όλα όσα έζησε στην Αθήνα της κρίσης, λίγο πριν από το τρίτο μνημόνιο, έχοντας, όμως, την προσοχή του στραμμένη στο παρόν. «Τι απομένει από την τρόικα της δεκαετίας του 2010;», διερωτάται, παραθέτοντας επί τούτω δύο πρόσφατες ειδήσεις που του έκαναν εντύπωση.

«Σήμερα, η απόδοση των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου είναι κατά τρεις μονάδες χαμηλότερη από της Γαλλίας, και κατά δεκαοκτώ μονάδες από της Ιταλίας», ενώ «η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία θεωρούνται, σήμερα, λιγότερο ασφαλείς όχι μόνο από την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, αλλά και από τη χώρα που παλαιότερα ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος, δηλαδή την Ελλάδα», γράφει ο Φουμπίνι.

Η δεύτερη είδηση αφορά τις δραστηριότητες της Carrefour: η γνωστή γαλλική αλυσίδα σουπερμάρκετ αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ιταλία, ενισχύει την παρουσία της στην Ισπανία, ενώ από το 2023 δραστηριοποιείται εκ νέου στην Ελλάδα από την οποία είχε φύγει το 2017. «Η σύνδεση μεταξύ αυτών των εξελίξεων συνοψίζεται στα στοιχεία για το ΑΕΠ των χωρών της ΕΕ. Από το 2015, όλες οι χώρες που έπρεπε να αποδεχτούν την τρόικα έχουν καταγράψει σωρευτική ανάπτυξη πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, περίπου διπλάσια ή και μεγαλύτερη από εκείνες που τότε επέβαλαν ή, τουλάχιστον, απέφυγαν την τρόικα, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία», σημειώνει ο ιταλός αναλυτής.

Σύμφωνα με τον Φουμπίνι, «η τρόικα ευθύνεται για πολλά λάθη που έγιναν, κυρίως, στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο: υπερβολικοί δισταγμοί, υπερβολική λιτότητα αλλά, κυρίως, μια λάθος ανάγνωση της κρίσης, η οποία έριχνε όλο το φταίξιμο στις χώρες που είχαν πληγεί από αυτή, και όχι στην ατελή αρχιτεκτονική του ευρώ. Για ποιο λόγο οι χώρες που υπέστησαν μια ταπεινωτική και αδέξια παρέμβαση στην κυριαρχία τους, σήμερα έχουν καλύτερες οικονομικές επιδόσεις από εκείνες που επέβαλαν τους όρους;», διερωτάται, σημειώνοντας σχετικά ότι στους δώδεκα μήνες μέχρι τον περασμένο Μάρτιο, η Γερμανία παρουσίασε μηδενική ανάπτυξη, η Γαλλία 0,6% και η Ιταλία 0,7%, ενώ η Πορτογαλία αναπτύχθηκε οικονομικά κατά 1,6%, η Ελλάδα κατά 2,2% και η Ισπανία κατά 2,8%.

Οπως γράφει ο Φουμπίνι, «μπορεί να πρόκειται και για μια αύξηση η οποία συνδέεται με έναν διεθνή τουρισμό που θα μπορούσε και να μειωθεί ξαφνικά, αλλά δεν είναι ανάπτυξη, “ντοπαρισμένη” από το έλλειμμα», διότι «Ιρλανδία, Ελλάδα και Πορτογαλία σήμερα παράγουν πλεόνασμα, η Ισπανία μείωσε κατά το ήμισυ το έλλειμμα σε σχέση με το ΑΕΠ της, ενώ σε Ιταλία και Γαλλία καταγράφεται επιδείνωση του ισοζυγίου». Παράλληλα, υπενθυμίζεται ότι και το δημόσιο χρέος, την τελευταία δεκαετία έχει μειωθεί αισθητά στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία και αρκετά στην Ισπανία.

Αυτή η σημαντική πρόοδος δεν αλλάζει, φυσικά, το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία παραμένει ακόμη αδύναμη και φτωχοποιημένη, ενώ η χώρα δεν έχει ακόμη επιστρέψει στην προ κρίσεως οικονομική παραγωγή και πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού –όπως και στην Ισπανία– ζει κοντά ή κάτω από το όριο της φτώχειας.

«Οι χώρες που ήπιαν το πικρό φάρμακο της τρόικας, όμως, δείχνουν να απειλούνται λιγότερο –προς το παρόν– από τον ανοργάνωτο, αντιδυτικό και αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό, ο οποίος χαρακτηρίζει τη Δύση τα τελευταία χρόνια», σημειώνει ο αναλυτής της μιλανέζικης εφημερίδας, αναφέροντας παράλληλα, πως και σε ό,τι αφορά τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημοσίου τομέα, Ιταλία, Γαλλία και Γερμανία έκαναν βήματα πίσω, ενώ Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα, βήματα προόδου. Ο Φεντερίκο Φουμπίνι εκτιμά επίσης ότι στις χώρες που επλήγησαν από την οικονομική κρίση «υπήρξε μια κάποια ανανέωση στον κρατικό μηχανισμό».

Αναφερόμενος στον έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, συνοψίζει ότι «προέρχεται από μια από τις μεγάλες οικογένειες της χώρας, αλλά σπούδασε διοίκηση επιχειρήσεων στο Χάρβαρντ, πήρε μεταπτυχιακό από το Στάνφορντ και απέκτησε εμπειρία στην εταιρία McKinsey, πριν ανέλθει στην εξουσία στα 51 του χρόνια». Οσο για την Ισπανία, αναφέρει πως «ο ισπανός υπουργός Οικονομικών Κάρλος Κουέρπο φοίτησε στο London School of Economics, διαθέτει διδακτορικό στον τομέα αρμοδιότητάς του και ανέλαβε καθήκοντα στα 42 του. Πριν από εκείνον, η Νάντια Καλβίνο είχε ανέλθει στην ίδια θέση στα 50 της, έπειτα από διεθνείς σπουδές Οικονομικών και μια σταδιοδρομία ανωτάτου επιπέδου στους ευρωπαϊκούς θεσμούς».

«Πότε είδαμε κάτι το ανάλογο, σε μια κυβέρνηση πολιτικών στην Ιταλία, στη Γαλλία ή στη Γερμανία; Εκεί όπου οι ομάδες ιθυνόντων είναι κλειστές ή έχουν παγιωθεί, όσοι ανέρχονται και παραμένουν στην εξουσία επί δεκαετίες, αναγκαστικά εξασκούν μόνον μια ικανότητα, ώστε να επιβιώνουν και να επιβάλλονται: να καταφέρνουν να πορεύονται, μέσα σε κλειστές και παγιωμένες ομάδες ιθυνόντων. Εκεί που οι ομάδες αυτές είναι ανοικτές ή άνοιξαν μετά από μια έκρηξη, όπως η κρίση του ευρώ, μετρά και το τι σπούδασες και τι ξέρεις να κάνεις. Η διαφορά, στο τέλος, φαίνεται», σχολιάζει ο Φεντερίκο Φουμπίνι.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News