Φόρτωση Text-to-Speech…

Είμαι σίγουρος πως αυτός υπήρξε ο τίτλος εκατοντάδων άρθρων σε βάθος χρόνου για έναν απλό λόγο: διότι επιβεβαιώνεται από την ελληνική πραγματικότητα. Οταν είπε αυτή τη φράση ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ακριβώς πριν από είκοσι πέντε χρόνια, κατηγορήθηκε ότι παραδόθηκε αμαχητί στα κακώς κείμενα της κοινωνίας και του κράτους μας. Οτι, αναγνωρίζοντας απλώς μια νοσηρή κατάσταση, παραιτήθηκε από την προσπάθεια θεραπείας της. Τελικά αποδείχθηκε πως αυτή η φράση έχει διαχρονική ισχύ.

Ποιο είναι το ερέθισμα για αυτήν την αναδρομή; Διάβασα χθες στην «Καθημερινή» πως οι φοιτητές του Πολυτεχνείου της Κρήτης που ξυλοκόπησαν συμφοιτητές τους θα μείνουν ατιμώρητοι, διότι η ηγεσία της σχολής δεν συγκρότησε το Πειθαρχικό Συμβούλιο, αν και υπήρξαν μαρτυρικές καταθέσεις και άλλα αποδεικτικά στοιχεία. Οπότε, ενθυμούμενος τον Κ. Σημίτη, αναφώνησα: «Αυτή είναι η Ελλάδα». Ομως, γιατί αντέχει αυτή η φράση τόσο πολύ στον χρόνο; Τι φταίει;

Μέσα στην κοινωνία μας, σε κάθε νησίδα της, υπάρχει ένας πυρήνας που αντιστέκεται σε κάθε αλλαγή, διότι δεν θέλει να ανατραπούν οι ισχύουσες ισορροπίες.

Φαίνεται πως μέσα στην κοινωνία μας, σε κάθε νησίδα της, υπάρχει ένας πυρήνας που αντιστέκεται σε κάθε αλλαγή, διότι δεν θέλει να ανατραπούν οι ισχύουσες ισορροπίες. Αυτοί οι διάσπαρτοι πυρήνες έχουν βολευτεί με την ακινησία, καθώς έχουν εξασφαλίσει όχι μόνον την επιβίωσή τους αλλά και τα προνόμιά τους. Οι συμπεριφορές τους, εκ των πραγμάτων, είναι βαθύτατα συντηρητικές, αν και πολλές φορές τις έχουν καλύψει με μια προοδευτική μαντίλα, διότι αλλιώς δεν θα επιβίωναν. Μια παθογένεια με προοδευτικό πρόσημο, παύει να θεωρείται παθογένεια. Ενα Πειθαρχικό Συμβούλιο που δεν συγκροτείται είναι μια νίκη του φοιτητικού κινήματος. Για ποιο λόγο ολόκληροι καθηγητές πανεπιστημίου να μπλέξουν με επεισόδια μεταξύ φοιτητών; «Ξεκαθάρισμα λογαριασμών» και τελείωσε. Ιδίως αν οι δράστες είχαν υψηλά ιδεώδη.

Τελικά ισχύει ο ατσαλένιος κανόνας: Αν μια κοινωνία δεν θέλει να μεταρρυθμιστεί, δεν μεταρρυθμίζεται όσο ισχυρή και αν είναι η πολιτική βούληση, διότι και αυτή συνήθως στην πορεία κάμπτεται. Η μεταρρυθμιστική φλόγα σιγά σιγά σβήνει, καθώς εμφιλοχωρεί και το πολιτικό κόστος. Είπαμε, στα δημοκρατικά πολιτεύματα οι μεταρρυθμιστικές τομές φθείρουν και οι εκάστοτε κυβερνώντες υποχωρούν, καθώς το βασικό μέλημά τους είναι η επανεκλογή τους.

Βέβαια, η ομολογία πως «αυτή είναι η Ελλάδα» αποκρύπτει το γεγονός ότι υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα που θέλει να φύγει μπροστά, να αλλάξει, να εκσυγχρονιστεί. Εμφανώς είναι μειοψηφική και καθόλου θορυβώδης. Υπάρχει όμως και απογοητεύεται κάθε φορά που βλέπει την πολιτική εξουσία, θεωρητικά παντοδύναμη, απλώς να παρακολουθεί τις αντιδράσεις των συντηρητικών δυνάμεων της κοινωνίας μας. Συνεπώς, όσο ρεαλισμό κρύβει αυτό που είπε τότε ο Κ. Σημίτης, κρύβει άλλη τόση παθητικότητα και παραίτηση. Οι ηγέτες δεν είναι παρατηρητές των γεγονότων, τα διαμορφώνουν. Παρεμβαίνουν για να αλλάξουν καταστάσεις και, το κυριότερο, να αναδιαμορφώσουν συνειδήσεις. Η άνωθεν αδράνεια οδηγεί σε συμπεριφορές σαν αυτή της ηγεσίας του Πολυτεχνείου Κρήτης, που δεν θέλησε να διαταράξει κάποιες βολικές ισορροπίες χάριν ενός Πειθαρχικού.