Πώς «μεταφράζεται» ένας αιώνας σινεμά στην ελληνική γλώσσα; Ο Δημήτρης Κολιοδήμος καταγράφει συστηματικά τις ελληνικές αποδόσεις τίτλων ξένων ταινιών που προβλήθηκαν στη χώρα από το 1924 έως το 2024, επιστρέφοντας στις πρωτογενείς πηγές –τις διαφημιστικές καταχωρήσεις και τα «κλισέ» της εποχής– για να αποκαταστήσει παραλείψεις, λάθη και παραλλαγές που πέρασαν από γενιά σε γενιά. Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλά για τη μεθοδολογία, τις μετατοπίσεις στις τάσεις των τίτλων, τον ρόλο της αγοράς και της λογοκρισίας, αλλά και για το γιατί, σήμερα, τον ενοχλεί η μόδα να μένουν οι τίτλοι αμετάφραστοι.

Ποιο «επαγγελματικό βίτσιο» ή ποια προσωπική εμμονή σάς ώθησε να χαρτογραφήσετε συστηματικά τις ελληνικές αποδόσεις τίτλων ταινιών που διανεμήθηκαν στην Ελλάδα τον τελευταίο αιώνα;

Η εργασία μου στην τηλεόραση. Για να μπορούμε να δίνουμε σε κάθε ξένη ταινία τον τίτλο με τον οποίο είχε προβληθεί στην Ελλάδα. Και η πρώτη καταγραφή δεν άργησε να γίνει βιβλίο: «70 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα» (1995). Όμως υπήρχαν πολλοί τίτλοι για τους οποίους δεν ήμουν σίγουρος σε ποια ακριβώς ταινία αναφέρονταν. Η «ανεύρεση» της απάντησης σε αυτό το ερώτημα, μαζί με το πέρασμα μιας δεκαετίας, έφερε τη δεύτερη έκδοση: «80 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα» (2005).

100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά

Στα είκοσι χρόνια που μεσολάβησαν, είχα αντιληφθεί ότι πολλοί από τους καταγεγραμμένους τίτλους ήταν λειψοί, δηλαδή λανθασμένοι: τους έλειπαν λέξεις – πριν από τις υπάρχουσες, ανάμεσά τους ή μετά. Επιπλέον, ήθελα κάτι που δεν είχα καταφέρει τότε: να είναι σωστά γραμμένοι οι ξενόγλωσσοι τίτλοι ταινιών, όταν η γλώσσα τους απαιτούσε τονισμούς, αλλά το βιβλίο μου δεν τους είχε, επειδή, τότε, δεν μπορούσα να τους έχω. Έτσι, την τρίτη έκδοση την είχα «προγραμματισμένη» για τα 100 χρόνια – και την πραγματοποίησα.

Με ποια μεθοδολογία και ποια εργαλεία (αρχεία, καταλόγους, τύπο της εποχής, προσωπικές συλλογές) ολοκληρώσατε αυτή την εκτενή καταγραφή;
Η «μεθοδολογία» ήταν αυτή της ακριβούς καταγραφής. Δηλαδή, όπως ακριβώς ήταν γραμμένος ο τίτλος. Στην καθαρεύουσα; στην καθαρεύουσα. Στη δημοτική; στη δημοτική. Σε μία ανάμικτη διατύπωση; με αυτή τη διατύπωση. Ακόμη και με την ανορθόγραφη γραφή του, αν υπήρχε ορθογραφικό λάθος.

Τα «εργαλεία», στην πρώτη έκδοση, ήταν τρία: α) το περιοδικό «Κινηματογραφικός Αστήρ», β) το περιοδικό «Τα Θεάματα» και γ) το περιοδικό «Αθηνόραμα». Όμως, σε κανένα από αυτά δεν συναντούσες την «αυθεντική» γραφή. Συναντούσες το πώς είχε γράψει τον τίτλο ένας δημοσιογράφος (στους πίνακες των δύο πρώτων και στις παρουσιάσεις του τρίτου). Τις παραλείψεις λέξεων ή τα «λάθη» αυτών των ενδιάμεσων, τα είχα μεταφέρει κι εγώ, αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς.

Ένα παράδειγμα: ο ελληνικός τίτλος ήταν «Αμβούργο, το κέντρο του έρωτα» ή «Αμβούργον, κέντρον έρωτος»; «Έγκλημα στο εξπρές 13» ή «Το έγκλημα του εξπρές 13»; Έχει σημασία; Το ίδιο δεν είναι; Δεν είναι το ίδιο. Η «διαφορά» είναι μικρή, αλλά, ναι, έχει σημασία. Σήμερα μπορώ να σου πω με βεβαιότητα ότι σωστοί είναι οι δεύτεροι τίτλοι. Και αυτό, επειδή για τα «100 χρόνια» η δουλειά έγινε από την αρχή.

Πού βρήκα τον «αυθεντικό» ελληνικό τίτλο; Στα κλισέ της εποχής. Στις διαφημιστικές καταχωρήσεις των ταινιών στις εφημερίδες. Η «Ελευθερία» υπάρχει ήδη στο διαδίκτυο. Η «Καθημερινή», «Το Βήμα» και «Τα Νέα» υπάρχουν στις ιστοσελίδες των σημερινών εκδοτών τους. Όταν προστρέχεις σε πρωτογενή πηγή, αποφεύγεις τα λάθη των ενδιάμεσων – και δεν είναι λίγα.

«Οι Θερμοπύλες της Ανατολής» είχε τίτλο «Περλ Χάρμπορ, οι Θερμοπύλες της Ανατολής». Ή «Το γράμμα μιας μοναχής», «Το γράμμα μιας δόκιμης μοναχής». Ή το «Αζέφ», «Αζέφ, ο Ιούδας της Ρωσσίας». Αυτά είναι τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα λαθών.

100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά

Υπάρχει κι ένα ακόμη, για το οποίο δεν μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο από το να το διατηρήσω – ως επαναληπτικό, όμως, τίτλο. Και γι’ αυτό υπεύθυνοι είμαστε εμείς, οι κριτικοί κινηματογράφου, που δώσαμε τον τίτλο αυτόν στις κριτικές μας, ενώ τα κλισέ (και οι στήλες με τους κινηματογράφους) είχαν άλλον. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα: «Ο δικός μας Χίτλερ». Τίτλος που μας έχει εντυπωθεί, παρότι η ταινία του Ζίμπεμπεργκ είχε τίτλο «Χίτλερ – Α’ εποχή» και «Χίτλερ – Β’ εποχή», με υπότιτλο κάθε φορά την απόδοση των τίτλων των δύο μερών που αποτελούσαν την κάθε εποχή.

100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά

Πέρα από τη διόρθωση των λαθών που αναφέρατε, υπάρχει κάτι καινούργιο στο «100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα»;
Ναι. Τρία πράγματα: οι ελληνικοί τίτλοι όσων ταινιών προβλήθηκαν τα είκοσι τελευταία χρόνια, τίτλοι περισσότερων από χιλίων ταινιών των προηγούμενων χρόνων που δεν είχαν καταγραφεί στις προηγούμενες εκδόσεις (επειδή δεν υπήρχαν στους πίνακες των περιοδικών που ανέφερα) και το πότε έκανε πρεμιέρα στη χώρα μας η συντριπτική πλειονότητα των ξένων ταινιών που καταγράφονται.

Μέσα από αυτή τη μακρά ιστορική διαδρομή, ποιες τάσεις ή επαναλαμβανόμενα μοτίβα θα ξεχωρίζατε; Υπάρχουν ευρήματα που θεωρείτε χαρακτηριστικά συγκεκριμένων δεκαετιών;
Υπάρχουν περίοδοι που έχουν σαφώς τα δικά τους γνωρίσματα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και «διαχρονικές» αποδόσεις τίτλων. Για παράδειγμα, στην προπολεμική εποχή κυριαρχούσαν οι ακριβείς αποδόσεις στα ελληνικά των πρωτότυπων τίτλων – στην καθαρεύουσα, βεβαίως. Αυτό σημαίνει ότι μερικές φορές δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμοι: π.χ. ο τίτλος «Αι πτέρυγες», που είχε δοθεί στη βραβευμένη με Όσκαρ αμερικανική ταινία «Wings» του Γουίλιαμ Γουέλμαν.

Μεταπολεμικά, πολλοί ελληνικοί τίτλοι δόθηκαν με γνώμονα το θέμα της ταινίας, χωρίς να έχουν την παραμικρή σχέση με τον πρωτότυπο: «Πουλημένη από την μητέρα της» ή «Απολαύστε το κορμί μου». Εμένα δεν με χαλάνε καθόλου. Για να μην σου πω ότι, για την ταινία του Φελίνι ειδικά, τον προτιμώ και από τους τρεις μεταγενέστερους: «La strada (Ο δρόμος)» το 1968, «Λα στράντα» το 1973 και «La strada» το 2019.

Ο τελευταίος τίτλος είναι απόρροια της πρόσφατης τάσης διατήρησης του ξενόγλωσσου τίτλου και ως ελληνικού. Διαφωνώ. Η γλώσσα μας είναι τα ελληνικά. Δεν είναι τα αγγλικά. Και το να δοθεί (όπως έγινε πριν από μερικές εβδομάδες) ως ελληνικός τίτλος το «Save the Green Planet» σε μία κορεάτικη ταινία είναι, το λιγότερο, άστοχο. Γιατί να μην το πουν «Σώστε τον πράσινο πλανήτη»; Ή, ακόμη καλύτερα, «Σώστε τη Γη»;

Να σημειώσω εδώ ότι υπήρχαν περιπτώσεις όπου έδιναν ως ελληνικό τίτλο τη μετάφραση ενός τίτλου της ταινίας σε άλλη γλώσσα. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα: «Ο δαίμων της 11ης ώρας», που ήταν ο ιταλικός τίτλος της γαλλικής ταινίας «Ο τρελλός πιερρότος» (ο ελληνικός τίτλος της δύο χρόνια μετά την πρώτη της κυκλοφορία). Στη συνέχεια έγινε «Τρελλός Πιερρό, ο δαίμων της 11ης ώρας» (το 1976), για να καταλήξει σε «Ο τρελός Πιερό» (το 2004).

100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά100 χρόνια ξένος κινηματογράφος στην Ελλάδα: Πώς άλλαζαν οι τίτλοι, πώς άλλαζε το σινεμά

Άρα, κατά την έρευνά σας εντοπίσατε περιπτώσεις ταινιών που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα με περισσότερες από μία αποδόσεις τίτλου. Τι συνήθως καθόριζε αυτές τις αλλαγές;

Βεβαίως. Δεν είμαι σίγουρος αν έχω συναντήσει ταινία με πέντε ελληνικούς τίτλους, αλλά τέσσερις έχουν πάνω από δέκα ταινίες. Έχω ήδη αναφέρει δύο, για τις οποίες την ευθύνη την έχει η κακώς εννοούμενη «κινηματογραφοφιλία». Ή η πολιτική ορθότητα: ο τίτλος «Απολαύστε το κορμί μου» δεν θα δινόταν σήμερα σε καμία ταινία. Ούτε ο τίτλος «Οι έρωτες μιας ξανθιάς – 24 ώρες ήμασταν ερασταί». Από την ταινία του Φόρμαν, το δεύτερο μέρος είχε αφαιρεθεί από το 1969 – λόγω της χουντικής λογοκρισίας, ίσως.

Από την άλλη, η επιτυχία μιας ταινίας ενός ηθοποιού «επέβαλε» την αλλαγή τίτλου σε προγενέστερες, για λόγους εμπορικότητας. Πολλές ταινίες του Μπαντ Σπένσερ απέκτησαν τίτλο που περιείχε τη λέξη «Μπουλντόζας» μετά την επιτυχία της ταινίας «Τον λένε Μπουλντόζα και σαρώνει!», το 1978. Κάτι ανάλογο συνέβη και με ταινίες του Τέρενς Χιλ, που απέκτησαν τίτλο με τη λέξη «Τρινιτά».

Ή με τις ταινίες του Λάντο Μπουζάνκα, οι οποίες, μετά την επιτυχία της «Homo eroticus» (με ελληνικό τίτλο «Ο ερωτιάρης»), είχαν πάντα στον τίτλο τους τη λέξη «Ερωτιάρης» ως… όνομα: «Ο Ερωτιάρης παντρεύεται» ή «Ο Ερωτιάρης και οι κομπίνες του».

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος